Ωχροπάθεια

Ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς

Ηλιακή εκφύλιση της ωχράς ονομάζουμε τη βλάβη που εμφανίζεται λόγω ηλικίας στην ωχρά κηλίδα (την περιοχή που είναι υπεύθυνη στον αμφιβληστροειδή για τις λεπτομέρειες όρασης μας). Είναι η πρώτη αιτία απώλειας της κεντρικής όρασης σε άτομα ηλικίας άνω των 60 ετών και σχετίζεται με την συνεχή απώλεια και φθορά των κυττάρων που επέρχεται με την ηλικία. Το 20 -25% των ατόμων άνω των 80 ετών έχουν σοβαρή απώλεια της όρασης από την ωχροπάθεια.

Κανονική όραση
Ωχροπάθεια

Ποιοι είναι οι τύποι της ηλιακής εκφύλισης της ωχράς

Υπάρχουν δύο τύποι εκφύλισης της ωχράς η ξηρά και η υγρή.

Η ξηρής μορφής οφείλεται σε σταδιακή διάσπαση των στοιχείων που αποτελούν την ώχρα. Στα πρώιμα στάδια παρατηρούνται λευκές κηλίδες που ονομάζονται Drusen . Καθώς αυξάνεται το μέγεθος και ο αριθμός των Drusen μεγαλώνει και ο κίνδυνος απώλειας της οράσεως.

Η υγρής μορφής ηλιακή εκφύλιση της ωχράς χαρακτηρίζεται από ανάπτυξη νέων αιμοφόρων αγγείων κάτω από την ωχρά και την δημιουργία νεοαγγειακής μεμβράνης με εξίδρωση υγρού και αίματος με αποτέλεσμα να συσσωρεύεται υγρό στη περιοχή.

Συμπτώματα

Το κύριο σύμπτωμα είναι η μείωση της όρασης μακρινή και κοντινή. Στην ξηρή μορφή η μείωση της όρασης γίνεται σταδιακά με αργό ρυθμό ενώ στην υγρής μορφής η μείωση είναι ραγδαία και επιθετική. Πρόδρομα συμπτώματα που μπορεί να έχουν οι ασθενείς είναι η αλλαγή στην αντίληψη των χρωμάτων και η παραμόρφωση των σχημάτων (οι ευθείες γραμμές φαίνονται τεθλασμένες) ενώ σε τελικά στάδια εμφανίζονται σκοτώματα (μαύρες κηλίδες ) στο κεντρικό οπτικό πεδίο.

Το Amsler Test είναι μια εύκολη εξέταση που μπορεί να κάνει ο καθένας μόνος του στο σπίτι για να ελέγχει αν έχει η αν προχωρεί η πάθηση

Παράγοντες κινδύνου

Υπάρχουν αρκετοί παράγοντες κινδύνου για την ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς οι οποίοι μόνοι τους ή σε συνδυασμό επιταχύνουν την φθορά των κυττάρων.

Οι συχνότεροι παράγοντες είναι :

  • Η ηλικία – με την πάροδο των ετών φθείρονται τα κύτταρα
  • Η κληρονομικότητα – συγγενείς πρώτου βαθμού
  • Το φύλο – οι γυναίκες έχουν μεγαλύτερα ποσοστά εκφύλισης από τους άνδρες
  • Κακή διατροφή
  • Αγγειακά νοσήματα – καρδιολογική υπέρταση, διαβήτης κ.τ.λ. επηρεάζουν την ροή αίματος στην κεντρική περιοχή του οφθαλμού.
  • Το κάπνισμα
  • Η παχυσαρκία – τα λιποδιαλυτά καροτινοειδή όπως: λουτεϊνη, ζεαξανθίνη δεν συσσωρεύονται σε επαρκή ποσότητα στον οφθαλμό.
  • Η ηλιακή ακτινοβολία – η χρήση γυαλιών ηλίου ελαττώνει τον κίνδυνο.

Πώς γίνεται η διάγνωση

Η βυθοσκόπηση (έλεγχος του βυθού με ειδικό φακό) είναι αυτή που θα μας επιτρέψει να ελέγξουμε την κατάσταση της ωχράς.

Εάν υπάρχουν ενδείξεις εκφύλισης π.χ. drusen, οίδημα ωχράς , αιμορραγία, νεοαγγείωση, θα πρέπει ο ασθενής να ελεγχθεί με ειδικές εξετάσεις όπως Ο.C.T.(οπτική τομογραφία αμφιβληστροειδούς) για την ύπαρξη υγρού στην ωχρά, και την μέτρηση του πάχους του αμφιβληστροειδούς ή ακόμα και φλουροαγγειογραφία (αγγειογραφία ματιού), η οποία ελέγχει την κατάσταση των αγγείων (ένεση ενδοφλέβια φλουροσεϊνης και φωτογραφία του βυθού).

Θεραπεία

Θεραπεία της ξηράς μορφής δεν υπάρχει. Η όλη προσπάθεια γίνεται για την επιβράδυνση και την σταθεροποίηση της εξέλιξης της ωχροπάθειας με την λήψη πολυβιταμινών και ιχνοστοιχείων , αντιοξειδωτικών παραγόντων και αντιοξειδωτικών ενζύμων τα οποία αναχαιτίζουν την συσσώρευση ελευθέρων ριζών οι οποίες είναι εξαιρετικά επιβλαβείς για τα κύτταρα της ωχράς. Η καλή διατροφή αποτελεί σπουδαίο επιβραδυντικό παράγοντα.

Η θεραπεία για την υγρή μορφή της εκφύλισης αποβλέπει στην καταστροφή της νεοαγγείωσης και περιλαμβάνει ενέσεις αντιαγγειογενετικών παραγόντων μέσα στον βολβό (Ενδοβολβική έγχυση) σε συνθήκες χειρουργείου. Τα φάρμακα αυτά βοηθούν στην υποστροφή των παθολογικών αγγείων , στην απορρόφηση του αμφιβληστροειδικού οιδήματος και στην ελάττωση της φλεγμονής. Ο αριθμός των ενέσεων που θα χρειαστεί εξαρτάται από την έκταση και την σοβαρότητα της αλλοίωσης. Ανάλογα με την θέση της βλάβης οι ενέσεις μπορεί να συνδυαστούν με συμπληρωματική Laser θεραπεία. Τα αποτελέσματα είναι πολύ ικανοποιητικά, βελτιώνοντας την κατάσταση της ωχράς και της όρασης. Πρέπει όμως να εξετάζεται ο ασθενής συχνά για πιθανή υποτροπή.